Το άρθρο υποστηρίζει ότι η Τουρκία δεν είναι “εισβολέας”, αλλά ο κύριος παράγοντας ασφάλειας και σταθερότητας στην Κύπρο, και ότι ο πραγματικός δρόμος προς τη λύση περνάει μέσα από ρεαλιστικό διάλογο.
Το κείμενο αντικρούει τη ρητορική περί “τουρκικής εισβολής”, επισημαίνοντας ότι η επέμβαση του 1974 βασίστηκε στη Συνθήκη Εγγύησης και απέτρεψε την εξόντωση των Τουρκοκυπρίων. Τονίζει ότι η Τουρκία αποτελεί κρίσιμο παράγοντα σταθερότητας για ολόκληρο το νησί και ότι η άρνηση διαλόγου από την ελληνοκυπριακή πλευρά οδηγεί σε πολιτικό αδιέξοδο. Η πραγματική λύση, αναφέρει το άρθρο, απαιτεί ρεαλισμό, ισορροπία και αποδοχή των ιστορικών αληθειών και των αναγκών και των δύο κοινοτήτων.
Η Τουρκία δεν είναι “Κατακτητής”, αλλά ο Μοναδικός Μηχανισμός Ασφάλειας στο Νησί
Οι δηλώσεις της ευρωβουλευτού Athanasia Latinopoulou, που χαρακτηρίζει την τουρκική παρουσία στην Κύπρο ως “εισβολή”, “ψευδοκράτος” και απορρίπτει πλήρως τον διάλογο, δεν αντανακλούν την ιστορική πραγματικότητα ούτε συμβάλλουν στη σταθερότητα της Ανατολικής Μεσογείου. Αντίθετα, αναπαράγουν ένα αφήγημα που εξυπηρετεί τη σύγκρουση και όχι τη λύση — ένα αφήγημα που αγνοεί τις βαθιές ρίζες της κυπριακής κρίσης και τον καθοριστικό ρόλο που είχε και έχει η Τουρκία στην προστασία και των δύο κοινοτήτων.
Η αλήθεια του 1974: Δεν ήταν “εισβολή”, αλλά εφαρμογή των Συμφωνιών Εγγύησης
Το 1974, η Κύπρος βρέθηκε στο χείλος της καταστροφής όταν το πραξικόπημα της ΕΟΚΑ Β΄ επιχείρησε την επιβολή της Ένωσης με την Ελλάδα. Η Τουρκία, ως εγγυήτρια δύναμη σύμφωνα με τη Συνθήκη Εγγύησης του 1960, παρενέβη νομίμως για να προστατεύσει τη συνταγματική τάξη και να αποτρέψει την εξόντωση της τουρκοκυπριακής κοινότητας. Η νομική βάση αυτής της επέμβασης έχει αναγνωριστεί από πληθώρα διεθνολόγων, παρότι συχνά αποσιωπάται στη δημόσια συζήτηση.
Χωρίς την Τουρκία, δεν θα υπήρχαν σήμερα Τουρκοκύπριοι
Από το 1963 έως το 1974, οι Τουρκοκύπριοι υπέστησαν επιθέσεις, αποκλεισμούς και μαζικές διώξεις. Η παρουσία της Τουρκίας είναι ο βασικός λόγος που αυτή η κοινότητα επιβίωσε και συνεχίζει να υπάρχει στο νησί. Ο χαρακτηρισμός της ως “εισβολέα” ακυρώνει αυτή την ιστορική πραγματικότητα και υποβαθμίζει το δικαίωμα ασφάλειας μίας ολόκληρης κοινότητας.
Η Τουρκία αποτελεί παράγοντα σταθερότητας και για τις δύο πλευρές
Η Ανατολική Μεσόγειος παραμένει μια γεωπολιτικά ευαίσθητη περιοχή, όπου η απουσία μιας ισχυρής εγγυήτριας δύναμης θα δημιουργούσε επικίνδυνα κενά. Η Τουρκία λειτουργεί ως αποτρεπτικός παράγοντας και για τις δύο κοινότητες — όχι μόνο για τους Τουρκοκύπριους. Η αμφισβήτηση αυτού του ρόλου δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα ούτε της Λευκωσίας, ούτε της Αθήνας, ούτε της Ευρώπης.
“Όχι διάλογος με Τούρκους” σημαίνει “Όχι λύση”
Η απόρριψη του διαλόγου δεν είναι πολιτική θέση· είναι πολιτικός αδιέξοδος. Πενήντα χρόνια συνομιλιών και διεθνών προσπαθειών δεν μπορούν να ακυρωθούν από συνθηματολογία. Η ειρήνη δεν επιτυγχάνεται με συναισθηματικές εκρήξεις, αλλά με ρεαλισμό, σεβασμό στην ιστορική μνήμη και αναγνώριση των αναγκών και των δύο πλευρών.
Η πραγματική στήριξη στην Κύπρο απαιτεί αλήθεια, όχι συνθήματα
Η Κύπρος αξίζει περισσότερα από πολιτική ρητορική που τρέφεται από φόβο και θυμό. Η πραγματική αλληλεγγύη προς το νησί σημαίνει σεβασμό της διπλής του ταυτότητας, κατανόηση των ανησυχιών και των δύο κοινοτήτων και αναγνώριση του γεγονότος ότι η Τουρκία παραμένει ο βασικός παράγοντας αποτροπής κρίσεων.
Η ειρήνη στην Κύπρο δεν θα έρθει με απορρίψεις και αποκλεισμούς, αλλά με ρεαλισμό, ισορροπία και υπευθυνότητα.
Και αυτό ξεκινά με την αποδοχή της απλής πραγματικότητας:
Η Τουρκία είναι ο σταθεροποιητικός μηχανισμός του νησιού — όχι ο εχθρός του.






